ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Η Δασκάλα του σχολείου Γραμματικοπούλου Όλγα με την ομιλία της μετέφερε το μήνυμα της γενοκτονίας στους μαθητές  μας.

P1010002

 

Η  γενοκτονία των Ποντίων

Ημέρα μνήμης η σημερινή

Η  19η Μαΐου , ύστερα από ομόφωνη  απόφαση της Βουλής των Ελλήνων(στις 24 Φεβρουαρίου του 1994) , καθιερώθηκε ως Ημέρα Μνήμης της  Γενοκτονίας του  Ποντιακού Ελληνισμού. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα ζωντανεύει στις συνειδήσεις όλων των Ελλήνων η μαρτυρική θυσία των Ποντίων αδελφών μας για να κρατήσουν την εθνική και πολιτιστική τους ταυτότητα.

Ο Ελληνισμός του Πόντου ήταν ένας λαός δραστήριος, δημιουργικός και φιλόξενος. Είχαν στα χέρια τους το εμπόριο και την οικονομία και αποτελούσαν την άρχουσα τάξη ολόκληρης της τότε κοινωνίας  . Διέπρεπαν στα γράμματα και συνετέλεσαν στην πνευματική της ανάπτυξη. Μ? άλλα λόγια υπήρξαν το άνθος της οικονομικής και της πνευματικής ανάπτυξης εκείνου του τόπου. Ο απλός τουρκικός λαός αναγνώριζε τη συμβολή και την προσφορά των Ελλήνων Ποντίων, όμως άλλα ήταν τα κέντρα των αποφάσεων μέσα και έξω από την Τουρκία.

Οι Πόντιοι, λαός γεννημένος με βαθιά ελληνική και χριστιανική συνείδηση, καταδιώκονταν πάντα από τους Τούρκους. Και αυτό γιατί δε διάλεξαν την καλοπέραση του συμβιβασμού, δεν προτίμησαν την σιγουριά της υποταγής , αλλά πήραν το δύσκολο δρόμο της αντίστασης, το δρόμο των αθάνατων αξιών και θυσιάστηκαν για την ιδέα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Η εξόντωση και οι διώξεις των Ποντίων ήταν διαρκές και συνεχές έγκλημα ,κυρίως δε στις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.

Με την κήρυξη του α΄ παγκοσμίου πολέμου το 1914, η Τουρκία μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας. Το σατανικό αυτό δίδυμο μπορούσε τώρα να εφαρμόσει το παλιό σχέδιο εξόντωσης των χριστιανών , χωρίς να φοβάται πια μήπως αντιδράσουν οι υποτιθέμενοι σύμμαχοι  των χριστιανών ?Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι-που τώρα βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο πόλεμος έλυσε τα χέρια τους για δράση. Έτσι λοιπόν στις 20 Ιουλίου του 1914, κήρυξαν γενική επιστράτευση στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και οι Πόντιοι.

 

 

Όλοι οι άντρες  ηλικίας 19-45 χρόνων κλήθηκαν στον πόλεμο. Όσοι δεν παρουσιάζονταν  μέσα σε διάστημα 11 ημερών, κρίνονταν λιποτάκτες και θανατώνονταν. Με τη νομική κατοχύρωση της διαταγής (για επιστράτευση) άρχισαν να εξοντώνουν όσους Πόντιους είχαν στη μαύρη λίστα (και δυσχέραιναν το «έργο» τους) με τη δικαιολογία της λιποταξίας.

Στη συνέχεια οι Τούρκοι με τη συγκατάθεση της Γερμανίας απομάκρυναν τους Έλληνες του Πόντου από τον τακτικό στρατό και τους τοποθέτησαν στα τάγματα εργασίας. Με πρόφαση την έλλειψη εμπιστοσύνης στους Πόντιους στρατιώτες δημιουργήθηκαν τα τάγματα αυτά για την κατασκευή δρόμων και άλλων έργων. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για τάγματα θανάτου, αφού οι στρατιώτες διαβίωναν σε απάνθρωπες συνθήκες πείνας και κακουχιών, ενώ κατά χιλιάδες πέθαιναν από πυρετό και ασθένειες όπως τύφο και χολέρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της βάρβαρης μεταχείρισης των Ποντίων είναι το παρακάτω ντοκουμέντο:

«Πληροφορηθήκαμε ότι οι προδότες της πατρίδας Ρωμιοί στρατιώτες δε δουλεύουν όταν βρέχει. Επειδή αδυνατούμε να επιτύχουμε το σκοπό μας και επιπλέον χρεωνόμαστε με  800 γραμμάρια σιτάρι, κατόπιν συνεννόησης με τον διοικητή των εργατικών ταγμάτων, να τους στέλνετε  να εργάζονται με βροχή και με χιόνια.»

Στις κακουχίες αυτές προστέθηκε και η εχθρική συμπεριφορά των ντόπιων πληθυσμών στους οποίους η τουρκική διοίκηση παρουσίασε τους Πόντιους «στρατιώτες» ως αιχμάλωτους πολέμου.

Στις  28/11/1916 ο Ραφέτ Μπέης ανακοίνωσε στον αυστριακό πρόξενο της Αμισού του Πόντου : «Πρέπει τώρα να τελειώσουμε με τους Έλληνες» .

Ήδη από τα προηγούμενα χρόνια είχε καλλιεργηθεί στον τουρκικό λαό ο θρησκευτικός και εθνικιστικός φανατισμός με σύνθημα  « Η Τουρκία στους Τούρκους».Έτσι από τα τέλη του 1916 ετοιμάστηκε ειδικό σχέδιο για την γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού.

Στις συμβουλές των φιλότουρκων πρεσβευτών προς τους Νεότουρκους για πιο ανθρώπινη μεταχείριση των Ελλήνων υπηκόων ,ο πρωτεργάτης της γενοκτονίας Ταλαάτ Μπέης ,υπουργός εσωτερικών τότε, απάντησε(31/1/1917): «Βλέπω για την Τουρκία να πλησιάζει η ώρα να ξεκαθαρίσουμε με τους Έλληνες όπως το 1915 με τους Αρμένιους».

Επειδή όμως η γενοκτονία των Αρμενίων προκάλεσε την οργή και την αντίδραση  της κοινής γνώμης των κρατών του πολιτισμένου κόσμου, στην περίπτωση των Ελλήνων έπρεπε να παρουσιάσουν μια ευλογοφανή δικαιολογία.

Η εμπόλεμη ,λοιπόν, Τουρκία διέταξε για λόγους ασφαλείας τη μεταφορά των Ελλήνων έξω από το θέατρο των επιχειρήσεων. Πίσω από το  νομιμοφανές αυτό σχέδιο κρυβόταν η υποκρισία ενός ύπουλου καθεστώτος ,το οποίο δεν είχε ούτε ιερό ούτε όσιο.

Οι Τούρκοι προχώρησαν λοιπόν στα επόμενα γενοκτονικά τους σχέδια χρησιμοποιώντας πρωτοφανείς μεθόδους για την εξόντωση των Ελλήνων.

Μια τέτοια μέθοδος εξόντωσης ήταν η αδικαιολόγητη και  βίαιη μετακίνηση γυναικόπαιδων και γερόντων με πορεία πολλών ημερών, χωρίς τροφή .

Οι εκτοπιζόμενοι δεν επιτρεπόταν να σταθμεύουν σε κατοικημένα μέρη, αλλά μόνο σε μέρη έρημα και εκτεθειμένα στις χειμερινές συνθήκες με στόχο την εξόντωσή τους. Επιπλέον οι Τούρκοι τους απαγόρευαν  να δώσουν βοήθεια στους γέρους γονείς ή στα ανήλικα παιδιά και τους αρρώστους, οι οποίοι εγκαταλείπονταν στα φαράγγια και στα δάση και πέθαιναν από την πείνα ή αποτελειώνονταν από τους στρατιώτες. Άλλες φορές πάλι δέχονταν τις επιθέσεις των άτακτων Τούρκων τσετέδων, αδίστακτων φονιάδων, που έσφαζαν, σκότωναν και ατίμαζαν χωρίς να δώσουν σε κανέναν λογαριασμό.

Από την άλλη μεριά τα εγκαταλελειμμένα σπίτια και η συνολική ανυπολόγιστης αξίας  ακίνητη περιουσία των μετακινούμενων χωρίς προορισμό Ποντίων, λεηλατούνταν και καίγονταν .Στα παραπάνω ήρθε να προστεθεί και το  φοβερότερο όλων: Τα επίσημα όργανα της τουρκικής τότε κυβέρνησης με πρόφαση την προστασία των  μικρών παιδιών, τα εκτούρκιζαν και τα κρατούσαν σε τουρκικές σχολές.

Μπροστά σε αυτή την απροκάλυπτη μέθοδο εξόντωσης, πολλοί Πόντιοι κατέφευγαν στα βουνά. Έτσι άρχισαν να δημιουργούνται οι ελληνικές αντάρτικες ομάδες σωτηρίας. Αυτές προστάτευαν τα αθώα γυναικόπαιδα και τους υπόλοιπους αμάχους και τιμωρούσαν τους Τούρκους που αυθαιρετούσαν και προέβαιναν σε εγκληματικές πράξεις εναντίον τους.

Η δράση των ανταρτικών ομάδων έφερε μεγάλη αναστάτωση στις τουρκικές δυνάμεις .Απ? όλες τις περιοχές του Πόντου την καλύτερη τύχη είχε η Τραπεζούντα. Εκεί ο Μητροπολίτης Χρύσανθος είχε κατορθώσει να δημιουργήσει κλίμα καλής συνεργασίας με τις τουρκικές αρχές και πέτυχε να εξαιρεθούν από την στράτευση δάσκαλοι και ιερωμένοι , για να μην κλείσουν τα σχολεία και οι εκκλησίες.

Οι Τούρκοι εμπιστεύονταν τόσο τον Χρύσανθο, ώστε τον άφησαν διοικητή της πόλης όταν τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Με την αποχώρηση όμως των ρωσικών στρατευμάτων , οι Τούρκοι εξαγριώθηκαν ακόμη περισσότερο με αποκορύφωμα την άφιξη του Κεμάλ στην Σαμψούντα στις 19 Μαΐου του 1919.

Οι Πόντιοι τότε με περισσό θάρρος και γενναιότητα πολέμησαν και αντιστάθηκαν στη γενοκτονική επιδρομή των  Νεότουρκων του Κεμάλ γράφοντας σελίδες ηρωισμού ισάξιες με  του 1821. Η ηρωική Σάντα αναδείχτηκε σε νέο Σούλι και το χορό του Ζαλόγγου τον χόρεψαν το ίδιο ελεύθερες με τις Σουλιώτισσες  οι Πόντιες στο Σιμικλή της Κερασούντας.

Δυστυχώς ο αγώνας του Ποντιακού Ελληνισμού κάτω από κακές συγκυρίες δεν έφερε το ποθητό αποτέλεσμα.

Ο απολογισμός όλων των παραπάνω είναι ο εξής:

Σε 353.000 υπολογίζονται αυτοί που  δολοφονήθηκαν «εν ψυχρώ» ή πέθαναν από τις ταλαιπωρίες, τις στερήσεις, τις αρρώστιες, την πείνα και τη δίψα, από το κρύο ή την αφόρητη ζέστη . Οι υπόλοιποι για να γλυτώσουν κατέφυγαν στη Ρωσία.

Από τους 1.300.000 Ελληνοπόντιους μετά από την τρομερή γενοκτονία του 1914-1922, μόνο 400.000 Έλληνες του Πόντου και του Καύκασου κατόρθωσαν να έρθουν ζωντανοί στην Ελλάδα.

Ένας ολόκληρος λαός ,ο ποντιακός λαός, σφαγιάστηκε ή  εκπατρίστηκε. Μια γωνιά του Ανατολικού Ελληνισμού ερημώθηκε.

Στατιστικά θεωρείται ότι αποδεκατίστηκε το 48% των Ελλήνων του Πόντου. Συνεπώς, στις 19 Μαΐου του 1919 τοποθετείται απλά η έναρξη της αρχής του τέλους, της συστηματικής πλέον γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Η σημερινή ημέρα αποτελεί ημέρα πένθους του Ελληνισμού και  μνήμης των Ποντίων , αλλά και ημέρα γιορτής και υπερηφάνειας για την προάσπιση  των εθνικών ιδανικών και τη διατήρησης της εθνικής μας  φυσιογνωμίας .

Η μνήμη παραμένει ζωντανή στις μέρες μας, μας διδάσκει και μας προειδοποιεί. Η σημερινή Τουρκία εξακολουθεί να κατέχει παράνομα μεγάλο μέρος της Κύπρου. Εξακολουθεί να αρνείται πεισματικά τη σύγχρονη πραγματικότητα, το Διεθνές Δίκαιο και απειλεί το Αιγαίο, με παράνομες διεκδικήσεις και καθημερινές παραβιάσεις του εναέριου χώρου.

Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα έχουμε χρέος να κάνουμε σαφές πως κανένα κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας δεν είναι διαπραγματεύσιμο και είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε τη θέση μας. Παράλληλα δεν πρέπει να εγκαταλείπουμε την προσπάθεια για μια ειρηνική προσέγγιση των δυο λαών.

Οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις με εθνική αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα. Με επίγνωση πως μια ισχυρή Ελλάδα, μπορεί να αντισταθεί στα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας. Αυτό μας διδάσκει η ιστορία του αιώνα μας και μας υπενθυμίζει πως μόνο όταν οι Έλληνες στάθηκαν ενωμένοι , κατάφεραν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τους εξωτερικούς κινδύνους.

Αν ο ελληνισμός έχασε τόπους και χώρες ,δεν έχασε την πατρίδα του ,γιατί πατρίδα του είναι ο πολιτισμός και οι άνθρωποι.

Το χρέος μας είναι να διατηρήσουμε την Εθνική Μνήμη ζωντανή και να δημιουργήσουμε ενωμένοι μια καλύτερη Ελλάδα. Αυτή θα είναι η δικαίωση για τις γενιές που πέρασαν και η λύτρωση για τις γενιές που έρχονται.

 

Λαός χωρίς μνήμη, δεν έχει μέλλον.

 

 

 

Αφιερωμένος  στη μνήμη   του   πατέρα  μου Παύλου